11 Μαρ 2007

Ιδρυτική διακήρυξη της νέας βάρδιας

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΧΩΡΙΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ,

ΕΡΓΟΔΟΤΕΣ ΧΩΡΙΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

Βλέπουμε τους μισθούς μας να κυμαίνονται μονίμως κάπου γύρω από το όριο της φτώχειας. Αμειβόμαστε με 600 κι 700 ευρώ που δεν φτάνουν ούτε για να συντηρήσει κανείς τον εαυτό του, πόσο μάλλον να έχει αξίωση για μια στοιχειώδη ποιότητα στη ζωή του, για κάτι παραπάνω από το φαί-ύπνος-δουλειά. Αυτοί οι μισθοί τελικά μας οδηγούν στην αναζήτηση και δεύτερης δουλειάς ή στην δουλειά μέχρι τελικής πτώσεως σε μία, μήπως και ο μισθός αυγατίσει λίγο, μήπως μας φτάσει να πληρώσουμε νοίκια και λογαριασμούς.

Βλέπουμε ότι στη δουλειά μας είμαστε περαστικοί. Βλέπουμε την εργασιακή ανασφάλεια και την ανεργία να φορτώνονται ως ευθύνη σε μας, στα ανεπαρκή μας προσόντα, στις ελλιπείς ικανότητες μας, στο φτωχό βιογραφικό μας. Βλέπουμε τον αυταρχισμό στους χώρους δουλειάς να ενισχύεται ολοένα. Βλέπουμε τον ελεύθερό μας χρόνο να κατατεμαχίζεται, να υποθηκεύεται διαρκώς από τον εργάσιμο χρόνο που γίνεται όλο και λιγότερο συγκεκριμένος και συνεχής.

Τα ελαστικά ωράρια, οι κυλιόμενες βάρδιες και τα κυλιόμενα ρεπό, τα σπαστά ωράρια και οι μονίμως «έκτακτες» υπερωρίες, κάνουν τον χρόνο της δουλειάς απροσδιόριστο και ατελείωτο, τον απλώνουν σε όλη την ημέρα, τη βδομάδα, τη ζωή.

Η προσωρινότητα είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό σήμερα, κατά κανόνα είμαστε άνεργοι με αναστολή. Οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου, οι προσλήψεις μέσω πλήθους προγραμμάτων (Ο.Α.Ε.Δ. stage, επιδοτούμενα) «για την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας», μας οδηγούν στην ομηρία. Είμαστε όμηροι της κάθε κυβέρνησης, της Ε.Ε. (οδηγία Μπόλκεσταιν), όλων των “επιτελείων” που “σχεδιάζουν” κάθε τόσο “νέα” αντεργατικά μέτρα βάσει των εργοδοτικών συμφερόντων. Η ευρωπαϊκή οδηγία 1999/70/ΕΚ της 28/06/99 που νομιμοποιεί το καθεστώς των συμβασιούχων και οι νομικές ευκολίες στις απολύσεις ώστε να μπορούν οι εργοδότες να ανακυκλώνουν τους εργαζόμενους τους χωρίς κόστος, είναι δύο μόνο τέτοια μέτρα. Το λογιστήριο της επιχείρησης από το ταμείο ανεργίας απέχουν πάντα μόλις ένα βήμα.

Κι όμως εμείς καλούμαστε να πληρώσουμε τις στρεβλώσεις που προκαλεί αυτή η πολιτική: Επιδιδόμαστε άθελά μας σ' ένα ατελείωτο κυνήγι προσόντων, σε έναν αέναο μεταξύ μας ανταγωνισμό. Μεταβαλλόμαστε διαρκώς από άξιους σε ανάξιους και αντίστροφα, μέχρι την επόμενη εξέταση, το επόμενο σεμινάριο, την επόμενη συνέντευξη. Καλούμαστε ακόμα και να δουλέψουμε δωρεάν ή με μειωμένες αποδοχές στο όνομα κάποιας μαθητείας, κάποιας πρακτικής άσκησης ή και έρευνας (μεταπτυχιακοί). “Επενδύουμε” στην «βελτίωσή» μας, για να μπορούμε να πουλήσουμε καλύτερα τον πιο ανταγωνιστικό εαυτό μας. Η καλλιέργεια του ανταγωνισμού οδηγεί στον κατακερματισμό και την πολυδιάσπαση του συνόλου των εργαζομένων (μαζί με την πολυμορφία των συμβάσεων, τα διάφορα μοντέλα υπενοικίασης, κτλ.) που επικυρώνουν την εξατομίκευση και την απομόνωσή μας. Γεγονός που μας καθιστά αδύνατους να υπερασπιστούμε ενιαία και να διεκδικήσουμε συλλογικά τα συμφέροντά μας, αφού υπονομεύεται η εργατική αλληλεγγύη.

Η απεργία, από αναφαίρετο δικαίωμα του εργαζόμενου έχει μετατραπεί σε σκάνδαλο που κάθε εργοδότης δικαιούται να αντιμετωπίσει κατά το δοκούν. Οι όροι εργασίας θεωρούνται πλέον μονομερής απόφαση του εκάστοτε αφεντικού, δική του υπόθεση «για το πώς θα κάνει κουμάντο στη δουλειά του». Ο εργαζόμενος επιτρέπεται να συναινεί, να ανέχεται ή να αλλάζει δουλειά «γιατί έτσι είναι εδώ τα πράγματα και άμα σου αρέσει».

Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση βλέπουμε την απουσία του επίσημου εργατικού συνδικαλισμού ή για την ακρίβεια δεν τον βλέπουμε καθόλου, τουλάχιστον στη δουλειά μας. Τους γραφειοκράτες «εκπροσώπους» μας (Γ.Σ.Ε.Ε – Α.Δ.Ε.Δ.Υ.)τους βλέπουμε μόνο στην TV, χαμογελαστούς μαζί με την αφρόκρεμα της εργοδοσίας, κάθε φορά που υπογράφουν ψευτοαυξήσεις της ξεφτίλας, κάθε φορά που κάνουν «τακτικές και αναγκαίες υποχωρήσεις» ξεπουλώντας κάποιο ακόμα από όσα δικαιώματα μας έχουν απομείνει. Τους βλέπουμε να μιλάνε την ίδια γλώσσα με επιχειρηματίες και κυβερνώντες, να προσπαθούν να μας στριμώξουν σε κάποια γωνιά της «αναπτυξιακής προοπτικής της χώρας» και της «ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων». Παράλληλα προσπαθούν να «συμμορφώσουν» κι άλλο την ανεξάντλητη δεξαμενή εν δυνάμει εργαζομένων, αναγνωρίζοντας στον εαυτό τους ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία με τους όρους που επιβάλλουν γι' αυτήν οι εργοδότες, το κράτος και οι θεσμοί τους. Συμφωνώντας πάντα με τις κυβερνήσεις, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τον Σ.Ε.Β. και τις επιταγές της αγοράς, θέλουν να συμβάλουν με τον τρόπο τους στις αντιδραστικές αλλαγές στην εκπαίδευση, που όλοι καταλαβαίνουν πως στοχεύουν στην αλλαγή του τοπίου των εργασιακών σχέσεων.

Ένα ζωντανό παράδειγμα αυτής της συντηρητικής αναμόρφωσης της εκπαίδευσης είναι τα δημόσια και ιδιωτικά Ι.Ε.Κ.-Κ.Ε.Κ. που λειτουργούν με επιδοτήσεις της Ε.Ε. και με πολιτική απόφαση των κυβερνήσεων Ν.Δ. και ΠΑ.ΣΟ.Κ. παρέχουν μερική γνώση (εξειδίκευση) και δεν κατοχυρώνουν κανένα επαγγελματικό δικαίωμα, παρά μόνο το δικαίωμα στον μελλοντικό εργοδότη να εκμεταλλευτεί τον καταρτιζόμενο όσο το δυνατόν φτηνότερα! Στις άλλες βαθμίδες, τα γνωστικά αντικείμενα στα ΑΕΙ και ΤΕΙ κατακερματίζονται, το λύκειο έχει γίνει φροντιστηριακό κατώφλι των πανεπιστημίων, η δημόσια τεχνική δευτεροβάθμια εκπαίδευση διαλύεται από τις αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις, ακόμη κι αυτή η εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση αποτυγχάνει.

Από την άλλη, βλέπουμε καθημερινά τις επιτεύξεις των επιστημών και της πληροφορικής να εισβάλλουν στη ζωή μας, στο χώρο εργασίας μας και να αυξάνουν τις υποσχέσεις για μια καλύτερη ζωή. Πράγματι αυτή η τεχνολογική επανάσταση δημιουργεί τις καλύτερες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του κοινωνικού πλούτου και την «απελευθέρωση» του ελεύθερού μας χρόνου. Με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο, επίσημη έκθεση του ΔΝΤ εγγυάται, με περίσσιο θράσος, ότι υπάρχουν οι δυνατότητες πια για μείωση του εργάσιμου χρόνου έτσι ώστε να μπορούμε να δουλεύουμε λιγότερο για να δουλεύουμε περισσότεροι, με μεγαλύτερους μισθούς για περισσότερες απολαβές, χωρίς να υπάρχει κανένας κίνδυνος μείωσης των κοινωνικών και υλικών αγαθών! Ποιος διαχειρίζεται και καρπώνεται όμως το υπερπροϊόν των νέων τεχνολογιών;

Αυτή η εικόνα της ζωής μας, αυτό που μας σερβίρεται, δεν μπορεί να είναι ούτε τυχαίο, ούτε ένα σύνολο λαθών που μένει κάποιος να τα προσέξει και να καταπιαστεί με την αντιμετώπισή τους. Δεν είναι απλά μια σειρά προβλημάτων που έχει ο νέος εργαζόμενος. Είναι ένα σύνολο που το διαπερνά μια ενιαία λογική, μια κατάσταση που κάποιους συμφέρει και εμάς όχι, μια κατάσταση που στήνεται μεθοδικά και προγραμματισμένα. Και μόνο από μια τέτοια σκοπιά μπορούμε να εξηγήσουμε, να καταλάβουμε αυτό που συμβαίνει.

Και δεν είναι άλλη από τις πολιτικές επιλογές της εκάστοτε κυβέρνησης να υπηρετήσει τα κέρδη και τους νόμους της αγοράς, σύμφωνα πάντα και με τις ευρωπαϊκές οδηγίες που καθιστούν καθοριστικό τον ρόλο της Ε.Ε, της πιο ισχυρής ένωσης των προνομιούχων τάξεων στην Ευρώπη και μιας από τις ισχυρότερες στον κόσμο (οδηγία Μπόλκενσταϊν, Πράσινη Βίβλος για την πλήρη κατεδάφιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, ακόλουθα της στρατηγικής της Λισαβόνας). Δεν είναι κανένας άλλος παρά η κυβέρνηση της Ν.Δ. που εξαπολύει νέες αντεργατικές «μεταρρυθμίσεις» και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ως συμπολιτευόμενη αντιπολίτευση που τις επισφραγίζει: προϋπολογισμός, ιδιωτικοποιήσεις, μίνι ασφαλιστικό, νέα φορολογικά μέτρα, αλλαγές των Δ.Ε.Κ.Ο., με κορυφαία επιδίωξη την αναθεώρηση του Συντάγματος. Αυτοί είναι που επιλέγουν να αποπροσανατολίσουν τους εργαζόμενους σε συνεργασία με τη μεγάλη πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης, αποκρύπτοντας τις ουσιαστικές πληροφορίες και τοποθετώντας εντός του εργαζόμενου τις αντιφάσεις του όλου συστήματος.

Αυτό που για εμάς τους εργαζόμενους είναι πνιγηρό ή και αφόρητο, είναι η μεγαλύτερη παρακαταθήκη για τα κέρδη των εργοδοτών μας. Στα «απλά μαθηματικά» της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, του ευρωπαϊκού συμφώνου σταθερότητας, της ισχυρής Ελλάδας, εμείς είμαστε το εργατικό κόστος που πρέπει να μειωθεί, οι όποιες απαιτήσεις μας είναι ένα βαρίδι που δεν επιτρέπεται να υπάρχει. Σε αυτήν την εξίσωση, θα είμαστε πάντα χαμένοι. Όσο δεν μπορούμε να δούμε πέρα από αυτήν, όσο δεν τολμάμε στη σκέψη και στην πράξη μας να ανοίξουμε δρόμους για άλλα «μαθηματικά» όπου θα κερδίζουμε εμείς, τόσο θα αναπαράγουμε μια κατάσταση που καταλαβαίνουμε ότι δεν μας χωράει.

ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΠΙΣΩ ΤΗ ΖΩΗ ΠΟΥ ΜΑΣ ΚΛΕΒΟΥΝΕ

Στις μέρες μας, κάθε “έγκριτος αναλυτής” όταν μπει στον κόπο να μιλήσει για κάποιο δικαίωμα ή κάποιο αίτημα των εργαζομένων σπεύδει να διευκρινίσει ότι σε κάθε περίπτωση δεν μπορούμε να θίξουμε τους κανόνες της αγοράς, δεν μπορούμε να υποθηκεύσουμε την κερδοφορία των επιχειρήσεων. Νοιώθουν πάντα την ανάγκη να πλύνουν το στόμα τους από κάθε γεύση ακόμα και της πιο ανώδυνης εργατικής αμφισβήτησης.

Εμείς πάλι από τη μεριά μας νιώθουμε την εντελώς αντίστροφη ανάγκη να διευκρινίσουμε ότι σε κάθε περίπτωση, σε κάθε επιμέρους ζήτημα, ακόμη και στην πιο μικρή διεκδίκηση, φιλοδοξούμε να υπονομεύσουμε ακριβώς αυτούς τους νόμους της αγοράς, ακριβώς αυτά τα κέρδη των εργοδοτών μας. Γιατί είναι πλέον σαφές για εμάς ότι για να γίνει το μέλλον μας ακόμη και στοιχειωδώς βιώσιμο, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τους λογαριασμούς μας με όσα μας παρουσιάζουν ως δεδομένα και απαραβίαστα, με τα ιερά και τα όσια των συμφερόντων τους.

Αυτό που σήμερα απαιτείται είναι να βάλουμε, όχι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αλλά στους δρόμους του αγώνα, τις ανάγκες μας μπροστά. Να αρθρώσουμε ένα λόγο απαίτησης και διεκδίκησης που να μας ενώνει με βάση τα συμφέροντά μας, που να εμφανίζει μια νέα πρόταση για τα κοινωνικά και οικονομικά μας δικαιώματα. Να μιλήσουμε για μια σύγχρονη χάρτα αναγκών και δικαιωμάτων της εργαζόμενης νεολαίας στη δουλειά και στη ζωή. Να τολμήσουμε να αντιστρέψουμε τους δείκτες των χρηματιστηρίων, ανεβάζοντας τους δείκτες του δικού μας πλούτου, του ελεύθερού μας χρόνου. Να ιεραρχήσουμε αντίστροφα τους στόχους της κοινωνίας, βάζοντας στην κορυφή της πυραμίδας τις δικές μας ανάγκες ως μοναδικό κριτήριο. Την ανάγκη για την απελευθέρωση του ελεύθερου χρόνου από τα δεσμά του εργάσιμου, έτσι ώστε καθένας από εμάς να μπορεί να συμβάλλει και να συναποφασίζει σε ότι αφορά την εργασία μας, τα κοινωνικά προβλήματα αναπτύσσοντας συλλογικές δραστηριότητες, ενώ παράλληλα να νοιώθει ικανός να χρησιμοποιήσει τον ελεύθερό του χρόνο δημιουργικά.

  • Σταθερή και μόνιμη δουλειά. Όχι στην ελαστική εργασία, στην ημιαπασχόληση, στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Απαγόρευση των απολύσεων, καμία συζήτηση για κατάργηση της μονιμότητας στο δημόσιο.
  • Συνεχές, ενιαίο, μειωμένο ωράριο. Λιγότερη δουλειά, δουλειά για όλους. Κατάργηση των ελαστικών και των σπαστών ωραρίων, της επιμήκυνσης του χρόνου εργασίας.
  • Αυξήσεις στους μισθούς με βάση τις πραγματικές ανάγκες. Άμεσα βασικός μισθός στα 1400 ευρώ.
  • Δημόσια και δωρεάν κοινωνική ασφάλιση – υγεία για εργαζόμενους και ανέργους. Κατάργηση της εργατικής ασφαλιστικής εισφοράς, να πληρώσουν κράτος και εργοδότες. Δραστική μείωση των ορίων συνταξιοδότησης.
  • Επίδομα ανεργίας ίσο με το βασικό μισθό χωρίς προϋποθέσεις (αριθμός ενσήμων, απόλυση κλπ.). Δωρεάν εισιτήρια για τις μετακινήσεις των ανέργων.
  • Πλήρη δημοκρατικά δικαιώματα στους χώρους δουλειάς.
  • Ίσα κοινωνικά, πολιτικά, εργασιακά δικαιώματα για τους μετανάστες.
  • Ελεύθερη πρόσβαση σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Ίσα μορφωτικά και επαγγελματικά δικαιώματα για όλους.

Από μια τέτοια σκοπιά να απαντήσουμε στο σύγχρονο μεσαίωνα που ζούμε στη δουλειά. Ενάντια στην εργοδοσία και στα ηγετικά επιτελεία του ελληνικού κεφαλαίου (ΣΕΒ κλπ.). Ενάντια στις κυβερνήσεις που ενορχηστρώνουν και θεσμοθετούν την επίθεση στα δικαιώματά μας. Ενάντια στην Ε.Ε. που συντονίζει και προωθεί το ευρωπαϊκό όραμα-εφιάλτη της αιώνιας λιτότητας, του ευρώ και του συμφώνου σταθερότητας. Ενάντια στις λογικές που πρεσβεύουν ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, στο όνομα της ανάπτυξης, της επιχειρηματικής δραστηριότητας και στην υπονόμευση των εργατικών συμφερόντων μας, υπογράφοντας αυξήσεις πείνας, υποκλινόμενοι σε όλα τα παραπάνω επιτελεία.

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΝΕΟΛΑΙΪΣΤΙΚΑ ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Όσοι συμμετέχουμε στη συγκρότηση της “νέας βάρδιας” πιστεύουμε ότι τώρα είναι καιρός να πάρουμε το λόγο και να μιλήσουμε για μάχες και για νίκες. Να μιλήσουμε για την ανάγκη του συλλογικού αγώνα, για την ανάγκη μιας πλατιάς και πολύμορφης αντιπαράθεσης με την εργοδοσία και την κυβέρνηση, για ένα ρεύμα αντίστασης, ρήξης και ανατροπής στην εργαζόμενη νεολαία. Για να συμβάλλουμε στο να εμφανιστεί στην ίδια τη ζωή μια μαχητική, συλλογική και ανατρεπτική πρόταση για το πώς θα ζήσουμε καλύτερα. Στο να εμφανιστεί μια πραγματική διέξοδος, κόντρα στις αυταπάτες της ατομικής ανόδου, που φτιάχνει συνήθως τα μεγαλύτερα και πιο πρόθυμα θύματα της εργοδοσίας, κόντρα και στις σειρήνες του ψευτοβολέματος που παράγει ανθρώπους-ομήρους, βαθιά ηττημένους και τελικά ακόμη περισσότερο εκτεθειμένους στη διαρκή ανασφάλεια.

Η συλλογικότητα που συγκροτούμε, πιστεύουμε πως μπορεί να είναι μια κρίσιμη συμβολή στη εμφάνιση μιας τέτοιας πρότασης και προοπτικής και στην αγωνιστική έκφρασή της. Με αυτό το σκεπτικό η “νέα βάρδια” φιλοδοξεί:

  • Να συνιστά μια πηγή πληροφόρησης για τα δικαιώματα του νέου εργαζόμενου ενάντια στην αυθαιρεσία της εργοδοσίας, ένα βήμα αποκάλυψης και καταγγελίας των κυβερνητικών και ευρωπαϊκών σχεδιασμών για ακόμη βαθύτερες αντεργατικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις.
  • Να συγκροτεί ένα δίκτυο νεολαιίστικης εργατικής αλληλεγγύης, να στηρίζει προσπάθειες αγώνα και διεκδίκησης σε χώρους δουλειάς, να καταγγέλλει και να παλεύει για την ανάκληση απολύσεων, να συμβάλλει έμπρακτα στην ανατροπή του εργοδοτικού αυταρχισμού.
  • Να αποτελεί ένα χώρο διαλόγου, συζήτησης και αναζήτησης νέων εργαζομένων για τις απαντήσεις που απαιτούνται στα σύγχρονα ερωτήματα στη δουλειά και στη ζωή. Ένα χώρο όμως που όχι μόνο θα αναζητεί, αλλά και θα τολμά να διατυπώνει απαντήσεις, να διαμορφώνει πρόταση για την αναγκαία για τους εργαζόμενους κοινωνική και πολιτική προοπτική, να θέτει μια τέτοια πρόταση σε αντιπαράθεση με την κυρίαρχη πολιτική.
  • Να παίρνει μαχητικές πολιτικές πρωτοβουλίες, για το σύνολο των ζητημάτων που απασχολούν την εργαζόμενη νεολαία, να εμφανίζει δημόσια και αγωνιστικά έναν εργατικό νεολαιίστικο λόγο σε κεντρικά κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα.
  • Να στοχεύει, και να μετριέται σε αυτό, στη συγκρότηση σωματείων ή στην ενίσχυση ήδη υπαρχόντων αλλά και στην συγκρότηση αριστερών ριζοσπαστικών συλλογικοτήτων σε χώρους όπου εργάζεται μαζικά η νεολαία, παλεύοντας στα σχήματα και στα σωματεία ενάντια στις λογικές διαχείρισης και εκπροσώπησης, σύμφωνες κάθε φορά με τα κομματικά συμφέροντα (ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ-ΠΑΜΕ…),με στόχο να βάλει μπροστά τα δικαιώματα των εργαζομένων και πρώτα απ’ όλα το δικαίωμά τους να αποφασίζουν και να παλεύουν οι ίδιοι για τις ανάγκες τους, προβάλλοντας αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, όπως αυτή των Γενικών Συνελεύσεων,
  • Να συμβάλλει, με το λόγο και τη δράση της, στην εμφάνιση συνολικά στην κοινωνία μιας νέας αριστερής πρότασης για το παρόν και το μέλλον, μιας ριζοσπαστικής αριστεράς του αγώνα και της νίκης, του σύγχρονου, επίκαιρου και αναγκαίου αντικαπιταλισμού της εποχής μας.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Καταρχήν να πω,ότι κι εγώ ανήκω σε αυτή την γενιά.Παρότι θεωρώ πως το χάσμα 600-1000 είναι υπολογίσιμο!
Κατόπιν να πω ότι παλιότεροι "σύντροφοι" πλέον είναι αρκετά πιο καβατζωμένοι και πως θα προτιμούσα να υπάρχει η αναγκαία ειλικιρίνεια.Αν βάζετε τους 1000ρηδες ίσα κι όμοια με τους 600 (αν κι υπάρχουν κι οι πιο χαμηλόμισθοι,οι 4ωροι κτλ)για να μπουν στο ίδιο τσουβάλι διάφοροι παλιοί "φαφλατάδες" των αμφιθεάτρων και της "φοιτητικής ριζοσπαστικής αριστεράς" τότε δε πάμε σωστά...

Τώρα ξέρω,πως θα μου πείτε πως παίζω το "παιχνίδι της αντίδρασης",μόνο που δ εκάνω εγώ τους διαχωρισμούς,οι διαχωρισμοί υπάρχουν από μόνοι τους στον καπιταλισμό και συνήθως επιτείνονται από τους πιο "καβατζωμένους" παρά από εμάς.

Στη συνέχεια να σας πω,ότι ανακυκλώνετε συγκεκριμένη φρασεολογία,αν όχι μεθοδολογία σκέψης,με συσγκερκιμένο πολιτικοσυνδικαλιστικό χώρο όχι απλώς στα ΑΕΙ-ΤΕΙ,αλλά και στην κοινωνία.Άρα το παίχνίδι αρζίζει και χάνεται από την στιγμή που δεν είναι μια προσπάθεια από τα κάτω,αλλά μεσολαβημένη από οργανισμούς [sic!] με συγκεκριμένα πλαίσια και συγκεκριμένο τρόπο σκέψης-λόγου-οργάνωσης-παρέμβασης..
Αν προσθέσει κανείς και τον τίτλο "αριστερή κίνηση..." τότε νομίζω πως αποκόβεται ένα δυναμικό που ενδεχομένως (κακώς και λανθασμένα),θεωρεί την αριστερά είτε ως κομμάτι του συστήματος,είτε ως κάτι το πεπαλαιωμένο.

Εν πάσει περιπτώσει,αυτό δεν είναι κατ' ανάγκη κακό,ίσα ίσα η μετα-φοιτητική γενιά πρέπει να βρει κάποια δομή,κάποιον ιστό ώστε να μην χάσει την συλλογικότητά της και την πολιτική της ταυτότητα.

Απλά αυτό που θέλω να καταθέσω- πέραν των προβληματισμών,που ίσως να είναι κάπως πιο "προκλητικά γραμμένοι" από όσο πρέπει- είναι πως δεν έχω διαβάσει σωστότερο πολιτικό-ταξικό-ιδεολογικό όρο,από αυτόν του "επισφαλής εργαζόμενος",μετεφρασμένο κι ως "πρεκάριο" -precarity. Noμίζω πως δεν θα ήταν κακό να την ψάξετε με ανάλογες συλλογικότητες-παρέες που έχουν ενσωματώσει τον όρο αυτό,στην Ελλάδα,πόσο μάλλον που στην Ευρώπη υπάρχει κι ανάλογο κίνημα που με τις γνωστές κι ως EuroMayday (δυστυχώς εδώ στην Ελλάδα,τέτοιες δράσεις και κινήσεις αποκτούνε γρήγορα πάτρωνες και ανταγωνιστές για το ποιος πρωτοκαθιέρωσε όρους,χαρακτηρισμούς κι αντιλήψεις).

Ε,αυτά σε πρώτη φάση...
συντροφικά

Ανώνυμος είπε...

Ως συμβολή στα πιο θεωρητικά ζητήματα της επισφάλειας...
www.blackout.gr.

Πάντως το "στιγμάτισμά" σας στον χώρο του ΜΕΡΑ δε ξέρω κατά πόσο θα βοηθήσει ν'ανοιχτεί η όποια σας πρωτοβουλία.
Φοβάμαι πως όταν για το ασφαλιστικό δε μπορείτε 3 συλλογικότητες να οργανώσετε μια κοινή πρωτοβουλία,τότε γιατί να σας εμπιστευτεί εσάς κάποιος και να μην εμπιστευτεί κάποιον άλλο;

Νομίζω πως προτού να κάνετε το άνοιγμά σας,θα πρέπει να προσεγγίεσετε κι άλλους πολιτικούς χώρους σε 5 ζητήματα και κατόπιν να στήσετε το επόμενό σας...

Ανώνυμος είπε...

http://athens.indymedia.org/calendar/event.php?id=10113

Aυτή εδώ η πρωτοβουλία σε τί σας χαλάει;