19 Αυγ 2008

ΔΙΕΥΡΥΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΕΛΑΣΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία της ετήσιας απολογιστικής έκθεσης της Επιθεώρησης Εργασίας για την παραπέρα ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων.

Αργά αλλά σταθερά διευρύνονται οι ευέλικτες μορφές εργασίας στην Ελλάδα, όπως φαίνεται και από τα επίσημα στοιχεία που δημοσιεύονται στην ετήσια απολογιστική έκθεση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας (ΣΕΠΕ). Είναι προφανές ότι αυτά τα στοιχεία δεν αντανακλούν με απόλυτη ακρίβεια την πραγματικότητα και τη συνεχιζόμενη άλωση των εργασιακών σχέσεων προς όφελος του κεφαλαίου. Ωστόσο, σκιαγραφούν τη δραματική χειροτέρευση των συνθηκών και όρων εργασίας, την κλιμακούμενη αύξηση των «ευέλικτων» εργασιακών σχέσεων, που προσφέρουν όλο και περισσότερα στις επιχειρήσεις και όλο και λιγότερα στους εργαζόμενους.

Οι επιχειρήσεις που έλαβαν άδεια για διάφορες ειδικές μορφές απασχόλησης το 2007 αυξήθηκαν κατά 14.000 περίπου, δηλαδή από 173.000 το 2006 έφτασαν τις 187.185 το 2007. Αυτό αντανακλά την αυξημένη «ανησυχία» της εργοδοσίας να αξιοποιήσει το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο και να αυξήσει τις δυνατότητες κερδοφορίας της μειώνοντας το εργατικό κόστος. Έτσι, συνολικά οι εργαζόμενοι που δούλεψαν υπό καθεστώς εργασιακής ευελιξίας (μερική απασχόληση, εκ περιτροπής απασχόληση, συμβάσεις έργου και φασόν) έφτασαν τις 392.820, ένας αριθμός αυξημένος κατά 6,5% σε σχέση με το 2006 (369.600).

Στις συμβάσεις μερικής απασχόλησης παρατηρείται μια ελαφρά μείωση καθώς από τους 287.000 εργαζόμενους του 2006, πέρσι εργάστηκαν με αυτό το καθεστώς 282.000 εργαζόμενοι. Όμως, φαίνεται πως «ανθούν» ιδιαίτερα οι λεγόμενες συμβάσεις έργου, το γνωστό «μπλοκάκι», όπου εργαζόμενοι που στην πραγματικότητα απασχολούνται με σχέσεις εξαρτημένης εργασίας, παρουσιάζονται ως «εξωτερικοί συνεργάτες» ώστε να επωμίζονται οι ίδιοι το ασφαλιστικό κόστος, χωρίς δώρα, επιδόματα και επιδότηση από τον ΟΑΕΔ εάν χρειαστεί. Έτσι, οι συμβάσεις έργου αυξήθηκαν κατά 43%, καθώς το 2007 υπογράφηκαν 62.500, όταν το 2006 ήταν μόνο 43.800. Σημαντική αύξηση κατά 27% γνώρισαν και οι εκ περιτροπής συμβάσεις καθώς από 37.150 το 2006 έφτασαν τις 47.275 το 2007. Περιορισμένη είναι η ζήτηση που υπάρχει για εργασίες φασόν (ιματισμός κλπ) καθώς από 910 συμβάσεις, πέρσι πήγαμε στις 750.

Στη χώρα μας έχουμε και νομιμοποιημένη παιδική εργασία για διάφορες εργασίες καθώς το ΙΚΑ χορήγησε περίπου 3.130 βιβλιάρια υγείας για ανηλίκους βάσει του νόμου 1837/89.

Οι άδεις που χορηγήθηκαν από την Επιθεώρηση Εργασίας για υπερωριακή απασχόληση αυξήθηκαν το 2007 και έφτασαν τις 24.630 επιχειρήσεις, οι περισσότερες την τελευταία τετραετία. Οι εργαζόμενοι που εκτέλεσαν υπερωρίες ανέρχονται σε 278.700 και οι ώρες που εργάστηκαν υπερωριακά έφτασαν τις 17.240.595. Σε κάθε εργαζόμενο αντιστοιχούν 61,8 ώρες υπερωριακής εργασίας. Πάντως η μορφή της «νόμιμης» υπερωρίας δεν παρουσιάζει αυξητικές τάσεις, καθώς το 2006 οι υπερωρίες έφτασαν τα 20 εκατ. και εκτελέστηκαν από 305.000 εργαζόμενους. Προφανώς οι εργοδότες κάνουν πιο φτηνά και πιο αποδοτικά τη δουλειά τους με τις αδήλωτες και πολύ συχνά απλήρωτες υπερωρίες, αξιοποιώντας την τρομοκρατία και το φόβο της απόλυσης.

Εκεί ωστόσο που παρουσιάζεται αξιοσημείωτη αύξηση είναι η εργασία κατά τη γενική αργία της Κυριακής. Περίπου 9.330 ζήτησαν την ειδική άδεια και οι εργαζόμενοι που εργάστηκαν ξεπέρασαν τις 144.000, αυξημένοι κατά 22% σε σχέση με το 2006 και σαφώς περισσότεροι από κάθε άλλη φορά την τελευταία τετραετία. Εδώ αντανακλάται και η οικονομική βάση πίεσης για την μερική έστω κατάργηση της αργίας της Κυριακής από όλο και αυξανόμενες μερίδες του κεφαλαίου.

Να σημειωθεί πάντως ότι στα προαναφερόμενα στοιχεία δεν συμπεριλαμβάνονται οι ώρες που χορηγήθηκαν για άδειες υπερωριακής εργασίας από το Υπουργείο Απασχόλησης και αφορούσαν στους εργαζόμενους σε δημόσιες υπηρεσίες, ΝΠΔΔ, ΔΕΚΟ, τράπεζες κλπ, πέρα από τα όρια που ορίζονται από το νόμο. Αυτό σημαίνει ότι ο πραγματικός αριθμός των υπερωριών είναι πολύ μεγαλύτερος.

14 Αυγ 2008

Η ΛΙΣΤΑ ΤΗΣ ΦΑΝΗΣ Ή ΤΟΥ ...ΣΙΝΤΛΕΡ;;;

Σε καράτομηση των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων προχωρά η κυβέρνηση.

Τη λίστα του …Σίντλερ θυμίζει η υπόθεση των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων (ΒΑΕ) που πασχίζει η κυβέρνηση να κλείσει μέσα στο κατακαλόκαιρο. Και αυτό διότι όπως όλα δείχνουν θα κοπούν τα περισσότερα σήμερα χαρακτηριζόμενα ως ΒΑΕ επαγγέλματα και αυτά που θα παραμείνουν απλώς θα σώζουν τα προσχήματα.

Η κυβέρνηση συνεχίζει την αντιασφαλιστική της επιδρομή, με καρατόμηση των ΒΑΕ και των επιπρόσθετων δικαιωμάτων που απέρρεαν από αυτό το καθεστώς για 750.000 εργαζομένους σε σκληρές εργασίες. Όπως διέρρευσε στον Τύπο, η Επιτροπή Μπεχράκη έχει «εξαιρέσει» από την επίμαχη λίστα έως και 250 επαγγέλματα από τις 537 ειδικότητες, ενώ τις τελικές αποφάσεις θα πάρει η Πετραλιά, η οποία καίγεται το πόρισμα να παρουσιαστεί ακόμη και μέσα στον Αύγουστο!

Οι νέες αντεργατικές αλλαγές θα αφορούν σε πρώτη φάση περίπου 400.000 εργαζόμενους. Σε όσα επαγγέλματα εξαιρεθούν από το ειδικό αυτό καθεστώς θα επέλθει αύξηση των ορίων ηλικίας κατά μία πενταετία, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις η αύξηση μπορεί να φτάσει και τα επτά χρόνια. Κάποιοι, λοιπόν, θα συνταξιοδοτούνται στα 60 και άλλοι στα 65, δημιουργώντας νέα πολυδιάσπαση συμφερόντων. Οι νέοι εργαζόμενοι που δεν θα μπουν στο ειδικό καθεστώς, θα χάσουν το επίδομα ΒΑΕ, το οποίο σήμερα ανέρχεται έως και 250 ευρώ τον μήνα. Επομένως, το χτύπημα στο εργατικό εισόδημα θα είναι άμεσο, όχι μετά από πολλά χρόνια κατά τη συνταξιοδότηση! Οι συντάξεις προβλέπεται ότι θα μειωθούν έως και 14% για τους νέους ασφαλισμένους που δεν θα υπόκεινται στο καθεστώς των ΒΑΕ, αφού πλέον, στον υπολογισμό της σύνταξης δεν θα λογίζεται το ειδικό επίδομα.

Οι προωθούμενες ρυθμίσεις υποτίθεται ότι θα αφορούν τους νέους ασφαλισμένους που θα εργαστούν μετά την ψήφιση του νόμου. Ωστόσο, αυτό είναι μύθος. Διότι σε όσα επαγγέλματα εξαιρεθούν από τα ΒΑΕ, είναι προφανής ο κίνδυνος οι εργοδότες να απολύουν το προσωπικό που υπάγεται στα βαρέα για να προσλάβουν νέους που δεν θα ανήκουν σε αυτό το ειδικό καθεστώς (και επομένως δεν χρειάζεται να καταβάλλουν αυξημένο ασφάλιστρο). Μετά τον αντιασφαλιστικό νόμο, η κυβέρνηση ανοίγει άλλο ένα μέτωπο, που πρέπει να αντιμετωπιστεί συνολικά από τους νέους εργαζόμενους και γενικότερα από το εργατικό κίνημα.